Τέσσερα μίλια χώριζαν τον Αμίρ Μεχτρ από την αναζήτηση μιας καλύτερης ζωής στην Ευρώπη.
Ο σύρος πρόσφυγας αποφάσισε να φύγει από την -δοκιμαζόμενη από τον εμφύλιο πόλεμο- πατρίδα του με κατεύθυνση τις χώρες της Σκανδιναβίας. Ο Μεχτρ είχε στόχο να περάσει από το Κουσάντασι στη Σάμο κι από εκεί να μεταβεί στη Σουηδία ή τη Νορβηγία.
Έπρεπε να διανύσει τέσσερα μίλια πάνω σε μια βάρκα, πληρώνοντας αδρά τον δουλέμπορο, προκειμένου να τον μεταφέρει. Κι εδώ ξεκινάνε τα προβλήματα: ο Αμίρ δεν διέθετε τα (πολλά) χρήματα που του ζητούσε ο δουλέμπορος, καθώς ο ίδιος κι η οικογένεια του είχαν χάσει κάθε ίχνος περιουσίας τους πίσω στο πατρικό τους σπίτι στη Δαμασκό. Οπότε ο Μεχτρ αποφάσισε να εξαργυρώσει… τα καλά του πνευμόνια.
Δεινός κολυμβητής ων, ο Αμίρ αποφάσισε να περάσει από το νότιο άκρο του Κουσάντασι, την περιοχή Γκιουζελτσαμλί απέναντι, στη Σάμο. Ήταν μια απόσταση που ένας άνθρωπος δεν την κολυμπάει εύκολα, πόσο μάλλον σε μια θαλάσσια περιοχή με απότομα ρεύματα που είναι ικανά να καταβάλλουν και τον πιο ικανό κολυμβητή. Ο Αμίρ, που στο παρελθόν είχε διατελέσει και μέλος της εθνικής ομάδας κολύμβησης της Συρίας, άρχισε να κάνει εντατικές, καθημερινές προπονήσεις προκειμένου να αντεπεξέλθει την επτάωρη καταπόνηση του οργανισμού του.
Κάθε μέρα από την Βηρυτό, όπου διέμενε προσωρινά, ξυπνούσε και «κατάπινε» μίλια ολόκληρα στα ανοικτά της λιβανέζικης πρωτεύουσας. Και ένα βράδυ του Σεπτεμβρίου αποφάσισε να κάνει την Μεγάλη Απόδραση: μπήκε στη θάλασσα έξω από το Γκιουζελτσαμλί με μόνα του εφόδια το μαγιό του και γυαλιά θαλάσσης. Γύρω από τη μέση του, προστατευμένα μέσα σε μια νάιλον σακούλα, είχε δέσει ένα κινητό τηλέφωνο κα μερικά usb στικάκια με φωτογραφίες της οικογένειας του.
«Κάθε λεπτό που περνούσα μέσα στη θάλασσα πίστευα πως σε λίγη ώρα δεν θα αντέξω και θα πεθάνω», είπε μιλώντας στην βρετανική εφημερίδα Sunday Times, «αλλά εγώ συνέχιζα να κολυμπάω. Διέκρινα τα φώτα στους απέναντι λόφους [στη Σάμο] και έλεγα από μέσα μου «εκεί βρίσκεται το μέλλον μου». Μετά από επτά ώρες μάχης με τα ρεύματα, τις πρώτες πρωινές ώρες, ο Αμίρ έφτασε σε μια ακτή της Σάμου και αυτό-φωτογραφήθηκε με ένα τεράστιο χαμόγελο στο πρόσωπο του. Έπειτα έπρεπε να περπατήσει, όπως λέει, άλλες επτά ώρες μέχρι να καταχωρηθεί επίσημα στις ελληνικές αρχές ως πρόσφυγας.
Ένα μήνα μετά, έφτασε μετά κόπων και βασάνων στην Σουηδία, όπου και διαμένει σήμερα σε ένα άσυλο για μετανάστες. «Δεν είμαι ο μόνος που πέρασε από την Τουρκία στην Ελλάδα κολυμπώντας. Είναι πολλοί ακόμη άνθρωποι που επέλεξαν τον τρόπο αυτό διαφυγής», καταλήγει με νόημα ο Αμίρ.
Ο πρόσφυγας που κολύμπησε επτά ώρες από την Τουρκία μέχρι τη Σάμο